Δεν υπήρχε φωνή. Μόνο μια αίσθηση, σαν κάτι να κινείται αργά κάτω από το δέρμα, ένας παλμός που δεν είχε ακόμη αποκτήσει μορφή. Δεν υπήρχε αρχή, δεν υπήρχε όνομα, δεν υπήρχε πρόσωπο. Μονάχα εκείνη η λεπτή, σχεδόν ανεπαίσθητη μετατόπιση — όπως όταν ο άνεμος αλλάζει κατεύθυνση, χωρίς να τον βλέπεις, μόνο τον νιώθεις.
Κάποιοι το λένε ενθουσιασμό. Είναι εύκολο να το πεις έτσι. Μια σπίθα που ανάβει γρήγορα, που στροβιλίζεται, ζαλίζει και υπόσχεται φως. Είναι το καινούριο που έρχεται αθόρυβα, αλλά με βήμα σταθερό. Είναι εκείνη η αγωνία που σου τρώει λίγο λίγο τη σκέψη και σε κάνει να χαμογελάς δίχως λόγο.
Και μετά έρχεται η απορία. Τι είναι αυτό που νιώθεις; Είναι αλήθεια ή είναι παιχνίδι του μυαλού; Είναι ανάγκη ή απλώς συνήθεια στο κενό που κάτι ψάχνει να γεμίσει;
Ο χρόνος σιωπά. Δεν βιάζεται να δώσει απαντήσεις. Αφήνει τα συναισθήματα να ωριμάσουν, να ξεγυμνωθούν. Γιατί εκείνος ξέρει: ο ενθουσιασμός έχει φωνή δυνατή, μα μικρής διάρκειας. Ο έρωτας, αντίθετα, περπατάει αργά, σκύβει πάνω από τις λεπτομέρειες, δίνει αξία στα μικρά και στα αόρατα.
Όμως στην αρχή, κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν μπορεί να ονομάσει το άγνωστο. Ούτε να προβλέψει αν το βλέμμα που σκάλωσε θα γίνει τραγούδι ή σιωπή.
Απλώς περιμένει. Και ζει. Αυτό που είναι —ό,τι κι αν είναι.
By echologeion
Εκτύπωση στις 23/08/2025
Από την ιστοσελίδα Ηχολόγιο
echologion.com/el/articles.asp?export=html&tid=253