Η σκέψη τυλίγει τα βράδια σαν πέπλο. Δεν ζητάει πολλά — μόνο να είναι παρούσα. Δεν έχει φωνή, αλλά κάνει θόρυβο. Δεν έχει μορφή, αλλά γεμίζει τον χώρο.
Οι μέρες πέρασαν σαν βροχή που δεν ακούστηκε. Ήσυχα, αδιάκοπα, σχεδόν ανεπαίσθητα. Εκείνος εξακολούθησε να περνάει από το στενό, σαν κάποιος που ψάχνει κάτι που ίσως δεν θέλει να βρει, ή ίσως φοβάται τι θα γίνει αν το βρει.