Χτυπημένος από Έρωτα

Μια κοπέλα με μακριά, κυματιστά μαλλιά και ένα ζευγάρι μάτια γεμάτα φως

01/03/2025

Χτυπημένος από Έρωτα

Ο Πέτρος δεν πί­στευε στον έρω­τα με την πρώ­τη μα­τιά. Θεω­ρού­σε ότι ήταν ένα ανού­σιο, ρο­μα­ντι­κό κα­τα­σκεύ­α­σμα που υπήρ­χε μόνο στα βι­βλία και στις ται­νί­ες. Μέχρι που την είδε.

Ήταν ένα συ­νη­θι­σμέ­νο από­γευ­μα στην πα­λιά συ­νοι­κία της πό­λης. Ο αέ­ρας μύ­ρι­ζε για­σε­μί, τα λι­γο­στά αυ­το­κί­νη­τα περ­νού­σαν αργά, και ο ήχος των παι­διών που έπαι­ζαν στις αυ­λές γέ­μι­ζε την ατμό­σφαι­ρα. Ο­ Πέτρος, όπως κάθε μέρα, έπι­νε τον καφέ του στο μι­κρό κα­φε­νείο της γει­το­νιάς.

Και τότε, εκεί­νη πέ­ρα­σε μπρο­στά του.

Μια κο­πέ­λα με μα­κριά, κυ­μα­τι­στά μαλ­λιά και ένα ζευ­γά­ρι μά­τια γε­μά­τα φως. Φορού­σε ένα απλό, λευ­κό φό­ρε­μα που ανέ­μι­ζε ελα­φρά κα­θώς περ­πα­τού­σε. Ήταν σαν να κι­νεί­το σε αργή κί­νη­ση, σαν να μην ανή­κε σε αυ­τόν τον κό­σμο.

Η καρ­διά του Πέτρου χτύ­πη­σε δυ­να­τά, τόσο που νό­μι­ζε πως θα εκρα­γεί. Για μια στιγ­μή, όλα γύρω του έσβη­σαν. Δεν υπήρ­χε θό­ρυ­βος, δεν υπήρ­χε χρό­νος, μόνο εκεί­νη.

«Ποια εί­ναι αυτή;» ρώ­τη­σε ψι­θυ­ρι­στά τον ηλι­κιω­μέ­νο σερ­βι­τό­ρο.

«Η Μαρ­γα­ρί­τα», απά­ντη­σε εκεί­νος χα­μο­γε­λώ­ντας. «Νέα στη γει­το­νιά».

Ο Πέτρος ένιω­σε το σώμα του να βα­ραί­νει και ταυ­τό­χρο­να να γί­νε­ται ανά­λα­φρο. Κάτι πρω­τό­γνω­ρο ανα­δευό­ταν μέσα του. Χωρίς να το πο­λυ­σκε­φτεί, ση­κώ­θη­κε από το τρα­πέ­ζι και την ακο­λού­θη­σε.

Την βρή­κε να στέ­κε­ται μπρο­στά σε ένα βι­βλιο­πω­λείο, χα­ζεύ­ο­ντας τις βι­τρί­νες.

«Είναι ωραία τα βι­βλία, ε;» είπε δι­στα­κτι­κά, προ­σπα­θώ­ντας να φα­νεί χα­λα­ρός.

Η Μαρ­γα­ρί­τα γύ­ρι­σε και τον κοί­τα­ξε με ένα χα­μό­γε­λο που θα μπο­ρού­σε να στα­μα­τή­σει τον χρό­νο.

«Είναι μα­γι­κά», απά­ντη­σε.

Από εκεί­νη τη στιγ­μή, όλα άλ­λα­ξαν. Οι μέ­ρες τους γέ­μι­σαν με ατε­λεί­ω­τες βόλ­τες, συ­ζη­τή­σεις για τα αγα­πη­μέ­να τους βι­βλία και γέ­λια που αντη­χού­σαν στα σο­κά­κια της πό­λης. Ο­ Πέτρος δεν είχε ξα­να­νιώ­σει έτσι.

Όμως, όπως κάθε με­γά­λη αγά­πη, έτσι κι αυτή είχε τις δυ­σκο­λί­ες της. Η­ Μαρ­γα­ρί­τα έπρε­πε να φύ­γει. Είχε έρ­θει στην πόλη μόνο για ένα κα­λο­καί­ρι. Ο­ Πέτρος πά­λε­ψε με τον εαυ­τό του, αρ­νού­με­νος να απο­δε­χτεί ότι κάτι τόσο δυ­να­τό θα μπο­ρού­σε να τε­λειώ­σει τόσο γρή­γο­ρα.

Την τε­λευ­ταία νύ­χτα πριν φύ­γει, συ­να­ντή­θη­καν στο αγα­πη­μέ­νο τους ση­μείο, δί­πλα στο πο­τά­μι.

«Δεν ξέρω αν θα σε ξα­να­δώ», της είπε με μια φωνή που έτρε­με.

«Ο έρω­τας δεν γνω­ρί­ζει απο­στά­σεις», του ψι­θύ­ρι­σε.

Και τον φί­λη­σε απα­λά, σαν ένα γλυ­κό αντίο.

Ο Πέτρος έμει­νε εκεί, κοι­τώ­ντας το πο­τά­μι, χτυ­πη­μέ­νος από έρω­τα. Και ήξε­ρε πως, ακό­μα κι αν εκεί­νη έφευ­γε, η καρ­διά του θα την κρα­τού­σε για πά­ντα.

©️Έλενα Γκρέ­κο­βα

«Ο Μικρός Σχοινοβάτης»

ΧΑΤΟΥΠΗ ΡΑΠΤΗ

KOSMHMA ELESIA

Πρόσφατα ανά κατηγορία

ΑΠΟΨΕΙΣ

LIFESTYLE

ΗΧΟΣ

ΛΟΓΟΣ

Γιά περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ

Modus Vivendi Grece

Θανάσης Παπακωνσταντίνου - Καλοκαίρι 2024

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies με στόχο την βελτιστοποίηση της online εμπειρίας σας

Aποδοχή όλων Περισσότερα